Αikidoka (Αϊκιντόκα): Κάποιος ο οποιός εξασκείται στο Αϊκίντο.
Ai hanmi (Αϊ Χάνμι): Αρμονική στάση. Το ζευγάρι στέκεται αντικρυστά με το ίδιο πόδι μπροστά.
Ai uchi (Αϊ Ούτσι): Αμοιβαία (ταυτόχρονη) εξουδετέρωση.
Atemi (Ατέμι): Χτύπημα προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή ή να βγάλει εκτός ισσοροπίας τον επιτιθέμενο, ώστε να εφαρμοσθεί επιτυχώς μια τεχνική.
Bokken (Μποκέν): Ξύλινο ξίφος, χρησιμοποιείται για εξάσκηση.
Budo (Μπούντο): Η οδός των Πολεμικών Τεχνών.
Bushido (Μπουσίντο): Η οδός του Πολεμιστή. Κώδικας τιμής. Τρόπος ζωής των Σαμουράϊ, στην φεουδαρχική Ιαπωνική κοινωνία.
Chudan (Τσούνταν): Μεσαίο επίπεδο.
Dan (Νταν): Διαβαθμίσεις επί της μαύρης ζώνης
Dojo (Ντότζο): Χώρος προπόνησης
Domo arigato gozaimashita (Ντόμο αριγκάτο γκοζάμαστα: Ευχαριστώ πολύ δάσκαλε. Λέγεται με ιδιαίτερη ευγενική χροιά στο τέλος της προπόνησης.
Dori (Ντόρι): Λαβή, πιάσιμο
Eridori: Κράτημα από το γιακά (κολλάρο του γκι) ή από το πέτο.
Fukushidoin (Φουκόσιντοϊν): Βαθμός βοηθού εκπαιδευτή.
Gedan (Γκένταν): Χαμηλό ύψος π.χ. Γκένταν ούτσι:χαμηλό/ή χτύπημα/περιοχή του σώματος.
Gi (Γκι): Φόρμα προπόνησης.
Go (Γκο): Πέντε (Αριθμητικό).
Gokkyo (Γκόκιο): Πέμπτος έλεγχος
Gyaku hanmi (Γιάκου χάνμι): Αντίθετη στάση. Οι εκπαιδευόμενοι κάθονται αντικρυστά με το αντίθετο πόδι εμπρός.
Hachi: Eight
Hakama: Ένδυμα παντελονιού, συνήθως μαύρου ή μπλε σκούρου χρώματος, το οποίο δίδεται στους Yudansha ή στους προχωρημένους στο Αϊκίντο μαθητές.
Hanmi: Πλάγια (τριγωνική) στάση (“Μισό σώμα”). Μπροστά είτε το αριστερό είτε το δεξί πόδι.
Hanmi handachi (Χάνμι χαντάτσι): Τεχνικές που γίνονται με τον Τόρι (αμυνόμενο) καθιστό και τον Ούκε (επιτιθέμενο) όρθιο.
Hara (Χάρα): Το κέντρο της ύπαρξης. Κάτω μέρος της κοιλιακής χώρας. Φυσικό και πνευματικό κέντρο. Κέντρο βαρύτητας ανθρώπινου σώματος. Η περιοχή κάτω από τον αφαλό. Το σημείο που εντοπίζεται το Κι.
Hidari (Xιντάρι): Αριστερά (Κατεύθυνση)
Hidari-hanmi (Χιντάρι-χάνμι): Αριστερή φυσική στάση.
Hiji (Χίτζι): Αγκώνας.
Iaido (Ιάϊντο): Η τέχνη τραβήγματος του σπαθιού.
Ichi (Ιτς): Ένα (Αριθμητικό).
Ikkyo (Ίκιο): Η πρώτη τεχνική, τεχνική αγκώνα.
Irimi (Ιρίμι): Είσοδος με το σώμα.
Iriminage (Ιρίμι νάγκε): Τεχνική ρίψης χρησιμοποιώντας διεισδιτική κίνηση.
Jodan (Τζόνταν): Ψηλότερο επίπεδο π.χ. τζόνταν τσούκι:χτύπημα στο πρόσωπο.
Jodori (Τζοντόρι): Αφοπλισμός σε επίθεση με Τζο (ραβδί).
Ju (Τζου): Δέκα (Αριθμητικό).
Jujinage (Tζούτζινάγκε): Τεχνική ρίψης με σταύρωμα των χεριών.
Jyo: Ξύλινο ραβδί.
Kaeshi waza: Counter techniques
Kaiten (Κάϊτεν): Περιστροφή
Kaitenage (Κάϊτενάγκε): Περιστροφική ρίψη.
Kamae (Καμάε): Στάση.
Kamiza (Καμίζα): Βωμός. Θέση στον χώρο (οικία/ντότζο) για τους θεούς. Σε αυτόν τον χώρο στο ντότζο τοποθετείται η εικόνα του ‘Ο Σενσέϊ.
Kata (Κάτα) (α): Ακολουθία κινήσεων.
Kata (Κάτα) (β): Ώμος π.χ. κάτα ντόρι: κράτημα του γκι στο ύψος του ώμου.
Keiko (Κέϊκο): Εξάσκηση, προπόνηση.
Ken (Κεν): Σπαθί.
Ki (Κι): Πνεύμα
Ki musubi (Κι μουσάμπι): Ανάμειξη ενέργειας.
Kohai: Μαθητής χαμηλότερου βαθμού
Kokyu (Κόκιου): Αναπνοή: Το Κι και οι κινήσεις του σώματος εναρμονίζονται μέσω του ελέγχου της αναπνοής.
Kokyunage) (Κόκιου νάγκε): Εκπνοή.
Koshi (Κόσι): Ισχύα, μέση
Koshinage (Κόσινάγκε): Ρίψη με την κίνηση των ισχύων/της μέσης
Kotegaeshi (κότεγκαέσι): Εξωτερική ρίψη καρπού. Τεχνική περιτσροφικής ρίψης.
Ku (κιου): Εννέα (Αριθμητικό).
Kubishime: Πνιγμός
Kyu (Kίου): Διαβάθμιση άσπρης ζώνης στο Αϊκίντο.
Maai (Μάαϊ): Απόσταση μεταξύ επιτιθέμενου και αμυνόμενου που ετοιμάζεται για ρίψη. Υποδηλώνει αρμονία χώρου/σωστή απόσταση.
Marui (Μαρούϊ): Κυκλική κίνηση.
Menuchi (Μενούτσι): Χτύπημα στο κεφάλι
Misogiι (Μισόγκι): Εξαγνισμός.
Metsubushi (Μετσουμπούσι): Κατά λέξη “χτυπώντας στα μάτια”.
Migi-hanmi (Μίτσι χάνμι): Δεξιά φυσική στάση.
Mochi: Λαβή.
Mokuso: Διαλογισμός.
Morotedori (Μοροτε ντόρι): Επίθεση κρατώντας και με τα δύο χέρια το ένα χέρι του αμυνόμενου
Mune: Πέτο
Munedori: Κράτημα και των δύο πέτων ταυτοχρόνως, συνήθως με το ένα χέρι.
Musubi: Blending
Nage (Νάγκε): Ρίψη ή αυτός που εκτελεί την ρίψη.
Ni (Νι): Δύο (Αριθμητικό).
Nikkyo (Νίκιο): Δεύτερος έλεγχος.
Obi (Όμπι): Ζώνη.
Omote (Ομότε): Κίνηση προς τα εμπρός.
Onegai shimasu (Ονεγκάϊ Σιμάσου): Ευγενικός τρόπος να ζητήσεις κάτι. Λέγεται όταν κάποιος επιθυμεί να εξασκηθεί με έναν άλλον ή με το δάσκαλο. Επίσης λέγεται στο τέλος κάθε μαθήματος.
O-Sensei (Ο’ Σενσέϊ): Μεγάλος Δάσκαλος. Ο ιδρυτήςτου Αϊκίντο Μοριχέϊ Ουεσίμπα 1883-1969.
Randori (Ραντόρι): Επιθέσεις από πολλά άτομα.
Rei (Ρέϊ): Χαιρετισμός υπόκλισης.
Roku (Ροκού): Έξι (Αριθμητικό).
Ryokatadori (Ρίο κατα ντόρι): Πιάσιμο και των δύο ώμων.
Ryoku (Ριόκου): Ισχύς.
Ryote (Ριο τε): Και με τα δύο χέρια.
Ryotedori (Ριο τε ντόρι): Επίθεση στην οποία και οι δύο καρποί έχουν δεχθεί πιάσιμο από μπροστά.
San (Σαν): Τρία (Αριθμητικό).
Sankyo (Σάνκιο): Τρίτος έλεγχος.
Seiza (Σέϊζα): “Σωστό κάθισμα”. κάθισμα στα γόνατα (το πέλμα και τα δάχτυλα ευθυγραμμισμένα με το τατάμι, η πλάτη ίσια).
Senpai (Σενπάϊ): Μεγαλύτερου βαθμού μαθητής.
Sensei (Σένσει): Δάσκαλος, εκείνος ο οποίος έχει περπατήσει στο μονοπάτι.
Shi (Σι): Τέσσερα (Αριθμητικό).
Shichi (Σίτσι): Επτά Αριθμητικό).
Shidoin (Σιντόϊν): Διαβάθμιση εκπαιδευτών
Shihan (Σιχάν): Διαβάθμιση δασκάλων εκπαιδευτών.
Shihonage (σίχο νάγκε): Ρίψη προς τις τέσσερις κατευθύνσεις.
Shikko (Σίκο): Περπάτημα στα γόνατα.
Shodan (Σόνταν): 1ος βαθμός μαύρης ζώνης
Shomenuchi (Σομενούτσι): Κατακόρυφο χτύπημα στο κεφάλι.
Shugyo: Αυστηρή εκπαίδευση εξαγνισμού.
Sode: Μανίκι.
Soto (Σότο): Προς τα έξω (π.χ. σότο κάϊτε νάγκε: ρίψη προς τα έξω με περιστροφή).
Soto kaiten (Σότο κάϊτεν): Περιστροφική κίνηση εξωτερικά.
Sotodeshi (Σότο ντέτσι): Όχι εσώκλειστος μαθητής. (Βλ. επίσης Uchideshi).
Suburi (Σουμπούρι): Μία κίνηση που γίνεται με το boken ή το Jyo για ατομική προπόνηση.
Sumiotoshi (Σουμιο τόσι): Τεχνικής γωνιακής ρίψης.
Suwariwaza (Σουάρι ουάζα): Τεχνικές με τον Τόρι και τον Ούκε καθιστούς.
Tachiwaza (τάτσι ουάζα): Τεχνικές που ξεκινούν από όρθια στάση.
Taijutsu Τάϊ ζούτσου): Τεχνικές χωρίς όπλα.
Tai-no-henka (Τάϊ νο χένκο): Στροφή σώματος, άσκηση tenkan.
Taisabaki (Τάϊς αμπάκι): Η μελέτη των βηματισμών μιας τεχνικής.
Tanden (Τάντεν): Το σημείο κάτω από τον αφαλό.
Tanto (Τάντο): Μαχαίρι.
Te (Τε): Χέρι.
Tegatana (Τεγκατάνα): Χέρι λεπίδα.
Tenchinage (Τέτσι νάγκε): Ρίψη ουρανού και γης.
Tenkan: Περιστροφική κίνηση.
Tsuba (Τσούμπα): Χειροφυλακτήρας (στο Bokken).
Tsuka ((Τσούκα): Χειρισμός σπαθιού.
Tsuki (Τσούκι): Ώθηση, σπρώξιμο, γροθιά.
Uchi (Ούτσι): Εσωτερικό (π.χ. ούτσι κάϊτε νάγκε: ρίψη προς τα μέσα με περιστροφή). Επίσης “να χτυπήσω/επιτεθώ”.
Uchi kaiten (ούτσι Κάϊτεν): Περιστροφική κίνηση εσωτερικά.
Uchideshi (Ούτσι ντέτσι): Εσώκλειστος μαθητής. Ο μαθητής μαθαίνει ζώντας κοντά στο δάσκαλο (Βλ. επίσης Sotodeshi).
Uke (ούκε): Ο επιτιθέμενος ο οποίος επίσης δέχεται και την τεχνική.
Ukemi (Ουκέμι): Κυβίσθηση. Προς τα εμπρός. Η τέχνη του να λαμβάνεις την τεχνική/ρίψη.
Ura (ούρα): Κίνηση προς τα πίσω.
Ushiro (Ουσίρο): Πίσω.
Ushiro eridori (ουσίρο έριντορι): Πιάσιμο του γιακά (το κολλάρο του γκι) από πίσω.
Ushiro kubishime (Ουσίρο κουμπίσιμε): Πνιγμός από πίσω, με το ελέυθερο χέρι πιάνουμε τον καρπό του Tori.
Ushiro Ukemi (Ουσίρο Ουκέμι): Κυβίσθηση προς τα πίσω.
Ushiro ryokatadori (Ουσίρο ρίο κατα ντόρι): Πιάσιμο και των δύο ώμων από πίσω.
Ushiro ryotedori (Ουσίρο ριοτεντόρι): Πιάσιμο και των δύο καρπών από πίσω.
Ushirowaza (Ουσίρο ουάζα): Τεχνικές από οπίσθια θέση.
Waza (Oυάζα): Τεχνικές.
Yokomenuchi (Γιόκο μενούτσι): Χτύπημα εξωτερικό κύκλικό, στο πλάγιο μέρος του κεφαλιού και στο ύψος του λαιμού.+
Υoko Ukemi (Γιόκο Ουκέμι): Πλάγια Κυβίσθηση.++++++++++++++++++++++++++++++
Yonkyo (Γιόνκιο): Τέταρτος έλεγχος.
Yudansha (Γιουντάνσα): Κάτοχος μάυρης ζώνης (βαθμού).
Zabuton: Παραλληλόγραμμο μαξιλάρι για εξάσκηση Ζazen.
Zafu: Κυκλικό μαξιλάρι για εξάσκηση Ζazen.
Zanshin (Ζανσίν): Αδιάσπαστη συγκέντρωση.
Zazen (Ζαζέν): Διαλογισμός σε καθιστή θέση.
Aikido Glossary of Techniques |
|
WAZA : TECHNIQUES
|