Ένα σημαντικό ζήτημα με την θεραπεία μέσω μαχητικών (πολεμικών) τεχνών σε ένα ψυχολογικό πλαίσιο είναι η διάκριση ανάμεσα στη θεραπευτική προσέγγιση και στη μαχητική-πολεμική προσέγγιση στα μαθήματα. Με την εξέλιξη των πολεμικών τεχνών σε συστήματα μάχης combat system (krav Maga) και πολεμικά αθλήματα combat sport (kickboxing, submission, wrestling, mixed martial arts) πολλοί διδάσκαλοι και οργανισμοί διδάσκουν μόνο πολεμικές/επιθετικές τεχνικές με μικρή ή καθόλου προσοχή στα φιλοσοφικά, πνευματικά ή κοινωνικά ζητήματα. Με άλλα λόγια, οι μαθητές ίσως να διδάσκονται μόνο πώς να παλεύουν χωρίς να μαθαίνουν το κατάλληλο πλαίσιο για την εφαρμογή αυτών των τεχνικών, κάτι στο οποίο δίνεται έμφαση στον παραδοσιακό κύκλο μαθημάτων της πολεμικής τέχνης. Υποθετικά, εάν αυτές οι φιλοσοφικές/κοινωνικές διδασκαλίες ήταν ένας από τους ιδιαίτερους θεραπευτικούς παράγοντες στην μελέτη των πολεμικών τεχνών, η μελέτη μιας τεχνικής χωρίς αυτές τις διδασκαλίες θα είχε μικρό θεραπευτικό όφελος και αναμφισβήτητα θα ήταν επιζήμια για την ψυχολογική υγεία . Επιπλέον, αν δεν είναι κατάλληλα ενημερωμένος ένας ασθενής που υποβάλλεται σε θεραπεία μέσω μαχητικής (πολεμικής) τέχνης ίσως να πιστέψει λανθασμένα ότι έχει αποκτήσει μαχητική (πολεμική) επάρκεια όταν στην πραγματικότητα, ο κύκλος των μαθημάτων που έχει παρακολουθήσει είναι ακατάλληλος για την αυτοάμυνα ή για ανταγωνιστικές ανάγκες.
Ένα ακόμη αμφιλεγόμενο ζήτημα είναι αν η εκπαίδευση στις πολεμικές τέχνες προωθεί ή αναστέλλει κοινωνικές συμπεριφορές, ιδιαίτερα μεταξύ νέων και εφήβων. Mόνο τα τελευταία χρόνια (από το 2006) έχουν γίνει μελέτες με υψηλού επιπέδου μεθοδολογίες που έχουν αφιερωθεί σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα. Πιο πρόσφατες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν οι εξής ελλείψεις στις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί:
Έλλειψη στην παρακολούθηση της συνέχειας μετά την ολοκλήρωση της μελέτης (η οποία θα μπορούσε να βοηθήσει στην αξιολόγηση της μακροχρόνιας αποτελεσματικότητας της θεραπείας). Απούσες ή ακατάλληλες συγκριτικές μελέτες για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας ή συγκριτικού ελέγχου ή ακόμη και της γενικότερης υγείας (π.χ. θεραπεία μέσω τεχνών έναντι aerobics, έναντι της ομάδας ελέγχου). Μικρή προσοχή στα αποτελέσματα από τον τρόπο ή τον τύπο της πολεμικής τέχνης (few style έναντι στυλ συγκρίσεως, μοντέρνοι τρόποι έναντι παραδοσιακών κ.λπ.). Το τελευταίο σημείο φαίνεται να είναι πιο συναφές με το ζήτημα της προώθησης ή της επιθετικότητας (και εγκληματικότητας) μεταξύ των παιδιών. Μερικοί ερευνητές στοχεύουν προς ένα μοντέλο κάθαρσης όπου η άσκηση της πολεμικής τέχνης δίνει την δυνατότητα στο άτομο να «εκτονώσει» τη συναισθηματική ενέργεια για να αναζωογονήσει τον εαυτό του. Άλλοι ισχυρίζονται ότι, σύμφωνα με τη θεωρία της κοινωνικής μάθησης του Albert Bandura, το να λαμβάνει επαίνους και παροχές κατόπιν της άσκησης βίαιων δραστηριοτήτων (όπως κάποιες πολεμικές τέχνες) ενισχύει τη βία σε ένα άτομο και το εθίζει να είναι πιο επιθετικό και εχθρικό και πέραν αυτών των δραστηριοτήτων. Οι Endersen & Olweus (2005) διεξήγαγαν μία μελέτη για το αν η συμμετοχή σε δυναμικά αθλήματα (στα οποία περιλαμβάνονται kick-boxing, bοxing, wresting and weightlifting) «οδηγεί σε μία αύξηση ή ενίσχυση της αντικοινωνικής εμπλοκής με τη μορφή αυξημένων επιπέδων βίας όπως επίσης μη-βίαιης αντικοινωνικής συμπεριφοράς εκτός των αθλημάτων». Δεδομένου ότι αυτές οι δραστηριότητες συνήθως περιλαμβάνουν λίγες ηθικές/φιλοσοφικές τεχνικές σχετικά με τη συμπεριφορά, αυτό υποστηρίζει ένα πρώτο συμπέρασμα ότι, (οι παραδοσιακές μαχητικές/πολεμικές τέχνες οι οποίες τυπικά προσφέρουν ηθικές/φιλοσοφικές τεχνικές,είναι ανώτερες από τις μοντέρνες πολεμικές τέχνες) .